Ένας τομέας στον οποίο ο Λούθηρος έχει συμβάλει τα μέγιστα, αλλά που δυστυχώς συχνά μας διαφεύγει, είναι ο τομέας της θεολογικής εκπαίδευσης. Τη σημασία της θεολογικής εκπαίδευσης τη βλέπουμε αρχικά στη ζωή του ίδιου του Λούθηρου, ο οποίος εγκαταλείπει την υποσχόμενη καριέρα του νομικού για χάρη της θεολογίας. Είναι, μάλιστα, εξαιρετικά καυστικός προς τους γονείς που εμποδίζουν ή καταφρονούν (πιθανότατα όπως ήταν κι ο δικός του πατέρας) τις θεολογικές σπουδές, το ποιμαντικό και το κηρυγματικό έργο. Λέει:
Δεν σου έδωσε ο Θεός τα παιδιά σου και τα μέσα επιβίωσής τους για να κάνεις μ’ αυτά ό,τι εσύ θέλεις, ή για να τα εκπαιδεύσεις να διαπρέψουν στον κόσμο. Σου δόθηκε σοβαρή εντολή να τα μεγαλώσεις για την υπηρεσία του Θεού.[1]
Ακόμα και βασιλιάς αν ήσουν, δεν θα έπρεπε να θεωρείς τον εαυτό σου τόσο σπουδαίο ώστε να αρνηθείς να παραδώσεις τον γιο σου και να τον εκπαιδεύσεις για το αξίωμα και το έργο αυτό, ακόμα κι αν σου κοστίσει όλα όσα έχεις. Δεν λαμβάνουν την ύψιστη τιμή τα χρήματα και ο κόπος που θα ξοδέψεις σ’ έναν τέτοιο γιο, τη μεγαλύτερη ευλογία; Δεν είναι αυτή η πιο επικερδής επένδυση που μετρά στα μάτια του Θεού περισσότερο από κάθε βασίλειο και αυτοκρατορία; Ο καθένας θα έπρεπε να είναι διατεθειμένος να περπατήσει στα τέσσερα, μέχρι τα πέρατα της γης, για να επενδύσει τα λεφτά του με τέτοιο θαυμαστό τρόπο. Παρόλα αυτά, εκεί, στο ίδιο σου το σπίτι, πάνω στα ίδια σου τα γόνατα έχεις αυτό στο οποίο μπορείς να κάνεις μια τέτοια επένδυση. Ντροπή, ντροπή, και πάλι ντροπή για την τυφλή και άθλια αγνωμοσύνη, που αποτυγχάνουμε να δούμε την ανεκτίμητη υπηρεσία που θα μπορούσαμε να προσφέρουμε στον Θεό – πράγματι – πόσο ξεχωριστοί θα μπορούσαμε να είμαστε στα μάτια του αν αφιερώναμε λίγο κόπο, τα ίδια μας τα χρήματα και την περιουσία.[2]
Δεν αρκείται ο Λούθηρος σε μια επιφανειακή μελέτη, αλλά σταδιακά η δίψα του για μια εις βάθος γνώση των Γραφών τον εμπνέει να εργαστεί σκληρά για να κατανοήσει και να διδάξει τον Λόγο του Θεού με το συγγραφικό του έργο, τις διαλέξεις του και τα κηρύγματά του. Στοιχείο απαραίτητο γι’ αυτό το έργο θα αποτελέσει γι’ αυτόν η εκμάθηση των βιβλικών γλωσσών.
Για πρώτη φορά στο Πανεπιστήμιο του Έρφουρτ ο Λούθηρος εκτίθεται στη μελέτη των βιβλικών γλωσσών, κάτι πολύ σπάνιο για την εποχή του. Όσον αφορά την εβραϊκή γλώσσα, εκτός από κάποιους Εβραίους που είχαν ασπαστεί τη χριστιανική πίστη ελάχιστοι λόγιοι τη γνώριζαν κατά τη μεσαιωνική περίοδο. Στο Έρφουρτ, λοιπόν, βυθίστηκε ο Λούθηρος στη μελέτη της αρχαίας ελληνικής και εβραϊκής γλώσσας και μελέτησε τα υπομνήματα ενός από τους λίγους γνώστες της εβραϊκής, του Νικόλαου του Λυρανού.
Όταν μετέβηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιτεμβέργης για την έδρα της θεολογίας και έπρεπε να ορκιστεί ότι θα εξηγεί με ακρίβεια την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη, τότε η γνώση των βιβλικών γλωσσών έγινε ζήτημα ιερού καθήκοντος απέναντι στις Γραφές. Συνέχισε, τότε, πιο εντατικά την εκμάθησή τους. Όταν ξεκίνησε τις διαλέξεις του στο Ψαλτήριο, γύρω στο 1513, απέκτησε το δικό του αντίγραφο της εβραϊκής Παλαιάς Διαθήκης και το έργο του στους Ψαλμούς φανερώνει πλέον τα τεράστια άλματά του στη γλωσσολογία και στην εξηγητική των Γραφών.
Η πλειονότητα των διαλέξεών του ήταν στην Παλαιά Διαθήκη. Ο ίδιος μελετούσε καθημερινά την Παλαιά Διαθήκη στα εβραϊκά και ισχυρίζεται ότι έμαθε πολύ περισσότερα από την προσωπική του μελέτη παρά από βιβλία εβραϊκής γραμματικής. Δεν μετέφρασε μόνο την Παλαιά Διαθήκη μαζί με την Καινή, αλλά έγραψε αρκετά υπομνήματα και υπερασπίστηκε επανειλημμένα την αναγκαιότητα των βιβλικών γλωσσών για όσους καταπιάνονται με τη θεολογία και την εξήγηση των Γραφών. Παρόλο που και ο Έρασμος υπερασπίστηκε την εκμάθηση της εβραϊκής, ο Λούθηρος ήταν αυτός που εργάστηκε σκληρά για να την αποκτήσει.
Η βαρύτητα αυτή που ο Λούθηρος έδωσε στην εβραϊκή γλώσσα τον οδήγησε και σε στενότερη επαφή με ραββινικά έργα και ιουδαϊκές ερμηνείες. Παρόλο που οι σκοποί του σ’ αυτήν την επαφή ήταν απολογητικοί, εντούτοις, η Μεταρρύθμιση έφερε την εβραϊκή γλώσσα στο προσκήνιο και ζωντάνεψε σε μεταγενέστερες γενιές Χριστιανών το ενδιαφέρον για τον εβραϊκό πολιτισμό.
Εάν πραγματικά ισχύει αυτό που ο Λούθηρος «ανακάλυψε» και για το οποίο επαναστάτησε, ότι δηλαδή η μόνη εξουσία επάνω στον άνθρωπο είναι ο Λόγος του Θεού, τότε η έμφαση που έδωσε στις βιβλικές γλώσσες και στις βιβλικές σπουδές δεν ήταν παρά η αυτονόητη και αναμενόμενη κατεύθυνση που θα μπορούσε να πάρει. Επ’ ευκαιρία, λοιπόν, της επετείου των 500 χρόνων από τη Μεταρρύθμιση, αξίζει όχι απλά να γιορτάζουμε αλλά να αναλογιστούμε, όσοι θεωρούμε τον Λούθηρο βασικό μέρος της χριστιανικής μας κληρονομιάς, κατά πόσο πιστεύουμε έμπρακτα μαζί του στο Sola Scriptura (μόνο η Γραφή). Αυτό δεν έχει τη στενή έννοια που απέκτησε σε κάποιους κύκλους σήμερα, ότι δηλαδή δεν πρέπει να διαβάζω άλλο βιβλίο εκτός από την Αγία Γραφή. Ο ίδιος ο Λούθηρος διάβαζε και ταυτιζόταν απόλυτα με τους εκκλησιαστικούς πατέρες στους οποίους έβρισκε αρκετούς που πάλευαν με παρόμοια ζητήματα και έβρισκαν κι αυτοί απαντήσεις στον Λόγο του Θεού.
Ακόμα και το Sola Fide (μόνο η Πίστη) δεν είναι αόριστο. Για τον Λούθηρο, η πίστη έχει περιεχόμενο. Και το περιεχόμενο πρέπει να διδαχθεί με κάθε κόστος για να αλλάξουν οι ζωές των ανθρώπων προς το καλύτερο. Θεωρεί ότι ο άνθρωπος πράττει αυτό που έχει διδαχθεί, γι’ αυτόν τον λόγο η θεολογική εκπαίδευση έχει πρωταρχική σημασία για τον Λούθηρο, μορφή της οποίας είναι και το κήρυγμα. Όπως λέει και ο ίδιος, εάν σταματούσα ή αναγκαζόμουν να παραιτηθώ από το αξίωμα του κήρυκα και όλα όσα το συνοδεύουν, θα προτιμούσα να μην έχω άλλο αξίωμα απ’ αυτό του εκπαιδευτή, του δασκάλου των νέων, επειδή γνωρίζω ότι αυτός είναι ο καλύτερος κι ο πιο αναγκαίος ρόλος.[3]
Άρθρο που παρουσιάστηκε στο περιοδικό Φωνή του Ευαγγελίου 8 (Σεπτέμβριος, 2017)
[1] “Sermon on Keeping Children in School” (1530) [Online: http://www.angelfire.com/ny4/djw/lutherantheology.lutherchildreninschool.html%5D
[2] Ο.π.
[3] Ο.π.