Λαοί σε Αναμέτρηση

soldiersΠώς διχάζονται οι λαοί, οι ομάδες, οι άνθρωποι; Πώς περνάμε απ’ την ειρηνική συμβίωση σε αντίθετα στρατόπεδα και σε αναμετρήσεις; Σε κυρίους και δούλους, σε καταπιεστές και καταπιεσμένους; Η Έξοδος, το βιβλίο που επηρέασε τον κόσμο μας περισσότερο από κάθε άλλο, καταπιάνεται με το πανάρχαιο αυτό θέμα και το εκθέτει χρησιμοποιώντας σημαντικές αφηγηματικές πινελιές από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο. Θα δώσω μόνο μια μικρή γεύση απ’ την αρχή του βιβλίου η οποία θεωρώ ότι αφορά τόσο στην προσωπική όσο και στην εκκλησιαστική και στην πολιτική σφαίρα.

Στα πρώτα εδάφια (1:1-7) ο συγγραφέας μας δείχνει σύσσωμο τον Ισραήλ να αντιπροσωπεύεται στα δώδεκα αδέλφια (με έναν αρχικό αριθμό 70 ψυχών, ο οποίος αποτελεί ιδανικό αριθμό στη Βίβλο, βλ. 70 πρεσβύτεροι [Έξοδ 24:9, Αριθ 11:16], αλλά και στη μεταγενέστερη παράδοση [Εβδομήκοντα μεταφραστές της Βίβλου]). Επικρατεί ένας τόνος πληρότητας, ευημερίας και θείας ευλογίας καθώς φαίνεται από το γεγονός ότι ο λαός «καρποφόρησε, πλήθυνε, αυξήθηκε και ενδυναμώθηκε». Κάθε δυνατό ρήμα αύξησης χρησιμοποιείται (σύνολο τέσσερα ρήματα) για να υπογραμμίσει την εύνοια του Θεού πάνω στα τέκνα του Ισραήλ, στον υπέρτατο πιθανό βαθμό (pārû wayyišrĕṣû wayyirbû wayyaʿaṣmû). Η γη είναι πλήρης (wattimmālēʾ hāʾāreṣ).

Η στροφή σ’ αυτή την αρμονική κατάσταση έρχεται με την εμφάνιση του νέου Φαραώ και η εχθρότητα ενάντια στους Ισραηλίτες ξεκινάει βασισμένη σε συγκεκριμένα κλασικά διαχρονικά στοιχεία τα οποία εισάγουν και διαιωνίζουν την εχθρότητα.

  1. Έλλειψη γνωριμίας

Ο νέος Φαραώ δεν γνώριζε τον Ιωσήφ (1:8). Εδώ δεν μιλάμε για εγκεφαλική πληροφοριακή γνώση της ύπαρξης κάποιου Ιωσήφ. Μιλάμε για προσωπική επαφή με τον Ιωσήφ, τους απογόνους του, τους συγγενείς του, την κουλτούρα του, τον κύκλο του. Εάν υπάρχει έλλειψη επαφής και γεωγραφική απόσταση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους ή ομάδες ανθρώπων, όπως και καμία προσπάθεια γεφυρώματος αυτής της απόστασης, τότε η κατηγορία «λαός» αρχίζει να διασπάται σε «λαοί» και τίθεται ο ένας λαός ενάντια στον άλλο, ο ένας ως απειλή του άλλου: «και είπε (ο Φαραώ) στον λαό του: ιδού ο λαός των απογόνων του Ισραήλ» (1:9).

  1. Δαιμονοποίηση του Άλλου

Εφόσον επιτεύχθηκε η νοητή διάσπαση σε δύο διαφορετικούς λαούς, ξεκινάει η σύγκριση και η κινδυνολογία: «είναι πιο πολλοί και πιο δυνατοί από μας» (1:9). Μπροστά στη θέαση της επιτυχίας και της αύξησης του Άλλου ξυπνούν οι πιο ποταπές ανασφάλειες του ανθρώπου. Πολύ πιο επικίνδυνες, όμως, είναι οι ανασφάλειες εκείνου που κατέχει κάποιου είδους θέση, δύναμη ή εξουσία πάνω σε άλλους. Επομένως, μέσα του ξυπνά αυτόματα ο φόβος της απώλειας αυτής της δύναμης. Τα πάντα, τα πιο αθώα, δαιμονοποιούνται, θεωρούνται απειλή προς τον ίδιο.

Προσέξτε ότι καμία ένδειξη δεν υπάρχει στο κείμενο ότι ο Ισραήλ απειλεί τον Φαραώ, ότι είναι δυσαρεστημένος, εχθρικός ή θέλει να επαναστατήσει. Η απειλή κτίζεται συστηματικά στη φαντασία του βασιλιά, εξ’ ολοκλήρου βασισμένη στην άγνοια και στην ανασφάλειά του.

Φυσικά, γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να καταφέρει να οχυρώσει την εξουσία του ενάντια στις φαντασιακές απειλές αν δεν ξεσηκώσει κι άλλους γύρω του με τρομοκρατικά μέσα. Είναι απαραίτητη, λοιπόν, μια καμπάνια κινδυνολογίας ενάντια στη διαφορετική αυτή απειλητική ομάδα.

  1. «Συνετά» μέτρα

Μπροστά σ’ αυτήν την τρομακτική απειλή που έχει κατασκευάσει ο βασιλιάς πρέπει να παρθούν σοφά και συνετά μέτρα. “Let’s be smart!” λέει ο Φαραώ στον λαό του, και σε ελεύθερη ελληνική απόδοση «ας μην είμαστε χαζοί». Πράγματι, ιδιοφυής η χρήση του ρήματος στη σπάνια μορφή της Ιθπαέλ συζυγίας nitḥakkĕmâ, το οποίο έχει την ίδια ρίζα με τη λέξη «σοφία» (1:10). Η σοφία, όμως, ορίζεται αλλού στα κείμενα της Βίβλου ως «φόβος Θεού» (Παρ 1:7, 9:10, Ψαλ 111:10) και όχι ως φόβος ανθρώπων, ομάδων και πιθανών κινδύνων που κυοφορούνται εντός αυτών των διαφορετικών ομάδων.

Επομένως, υπάρχει η κοσμική «σοφία» η οποία ενεργεί από φόβο και ανασφάλεια και η θεία σοφία η οποία δεν φοβάται κανέναν και τίποτα παρά μόνο τον Θεό. Δυστυχώς, συχνά τις αποφάσεις που παίρνουμε από φοβία ανθρώπων ή φοβία του άγνωστου μέλλοντος τις ονομάζουμε «συνετές» και «σοφές», διαστρεβλώνοντας έτσι την πραγματική σοφία, δηλ. τον «φόβο του Κυρίου».

Ο Φαραώ προτείνει μια «προληπτική αυτοάμυνα» συνεχίζοντας την κινδυνολογία του περί πιθανής μάχης, στην οποία θα προστεθούν και οι Ισραηλίτες, θα αρπάξουν την ευκαιρία να ενωθούν με όλους τους άλλους λαούς που μισούν τον λαό της Αιγύπτου, κ.ο.κ. (1:10). Η αυστηρότητα είναι ο προτεινόμενος τρόπος καταπολέμησης της φαντασιακής απειλής. Και καθώς ενεργεί κανείς σύμφωνα με τους φόβους του, αυτοί αρχίζουν τελικά να πραγματώνονται, να γίνονται αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Αρχίζεις να βλέπεις κάθε ευλογία στον Άλλο ως κατάρα και καθετί που κάνει ο Άλλος φιλτράρεται πλέον μέσα από την ερμηνεία που έχεις ήδη υιοθετήσει, δηλ. την ερμηνεία της απειλής και του κινδύνου: «όσο πιο πολύ τους καταπίεζαν τόσο πιο πολύ αυξάνονταν και πληθύνονταν με αποτέλεσμα οι Αιγύπτιοι να τους αποστρέφονται πιο πολύ» (1:12).

Με άλλα λόγια, από τη στιγμή που υιοθετώ την ερμηνευτική του φόβου, η οποιαδήποτε «αύξηση» του Άλλου εντείνει την απειλή που νιώθω και γεννά τη φονική ανάγκη μέσα μου να τον μειώσω, να τον ελέγξω, να τον περιορίσω, να οχυρωθώ απέναντί του. Ο φόβος μου τελικά θα επιφέρει αυτό για το οποίο τρέμω: «θα σηκωθούν απ’ τη γη» (1:10) / «θα κατέβω… να τους σηκώσω απ’ τη γη» (3:8).

  1. Η γελοιοποίηση του βασιλιά

Τέλος, τα μέτρα περιορισμού, η απεγνωσμένη προσπάθεια κυριαρχίας επάνω στη ζωή και στον θάνατο, σηματοδοτεί την ύβρη του Φαραώ. Αυτή τη φορά δεν απευθύνεται σε όλο τον λαό του, αλλά σε δύο μαίες, οι οποίες αναφέρονται ονομαστικά και έτσι κερδίζουν μεγαλύτερη υπόσταση απ’ τον ίδιο, ο οποίος παραμένει ανώνυμος (1:15-16).

Θα περίμενε κανείς ότι η εξουσία του Φαραώ θα εκφραζόταν, τουλάχιστον, στην ικανότητά του να πείσει και να ελέγξει δυο γυναίκες, και αυτές από τον ίδιο τον λαό του (παρόμοιες προσπάθειες γίνονται από τον βασιλιά και στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου της Εσθήρ). Είναι προφανές ότι αποτυγχάνει παταγωδώς. Η δύναμη του δεν αρκεί ούτε δυο γυναίκες δικές του να χειραγωγήσει. Κι εδώ υπογραμμίζεται η λεξούλα «κλειδί»: «εφοβήθησαν» τον Θεό (1:17). Το στοιχείο που κατέστησε τις δυο γυναίκες υπεράνω του Φαραώ ήταν το γεγονός ότι δεν τον φοβήθηκαν, αλλά επέδειξαν πραγματική σοφία. Όχι αυτήν που πρότεινε ο Φαραώ στον λαό, αλλά αυτήν που ορίζουν οι Γραφές: «αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου». Ο συνετός βίος των γυναικών είναι ριψοκίνδυνος γιατί δεν πηγάζει από φόβο ανθρώπων, αλλά προϋποθέτει αμφισβήτηση της επιβαλλόμενης εξουσίας.

Ο βασιλιάς δεν κατάφερε να τις πείσει με την κινδυνολογία του και να τις αναγκάσει να ενεργήσουν σύμφωνα με τα δικά του σχέδια. Αυτές, όμως, με μεγάλη ευκολία καταφέρνουν να πείσουν τον αφελή βασιλιά, τον «θεό επί της γης», με μια κωμική δικαιολογία για την αποτυχία του σχεδίου του: «δεν είναι σαν τις αιγύπτιες γυναίκες οι εβραίες, επειδή έχουν περισσότερη ενέργεια/ζωντάνια και προτού προλάβουν οι μαίες να τις επισκεφθούν αυτές γεννάνε» (1:19). Και το ‘χαψε ο περίφημος βασιλιάς που προέτρεψε τους πάντες: «ας μην είμαστε χαζοί!»

Θα σταματήσω εδώ, αν και άπειρα είναι τα μαθήματα που θα μπορούσαμε να αντλήσουμε απ’ το πρώτο κεφάλαιο μόνο. Ανέκαθεν η διαδικασία διχασμού, σε προσωπικό, σε εκκλησιαστικό, σε πολιτικό επίπεδο είναι η ίδια: δεν γνωρίζω προσωπικά τον Άλλο, ούτε το επιδιώκω, με αποτέλεσμα το άγνωστο να με τρομάζει και ο Άλλος να αποκτά διαστάσεις στερεοτυπικών φαντασμάτων. Ο επικείμενος κίνδυνος που φαντάζομαι, λοιπόν, αποτελεί τη δημιουργία «συνετών» μέτρων που θα με θωρακίσουν και θα με αποστασιοποιήσουν ακόμα περισσότερο από τον Άλλο, φτάνοντας εκλογικευμένα ακόμα και στο σημείο της ολικής του εξόντωσης.

Η ιστορία όμως καταγράφεται κι απογυμνώνει τον βασιλιά, βλέπει την γελοιότητά του, τους φόβους του, εκθέτει τις ανασφάλειές του στις οποίες ο ίδιος παραμένει τυφλός. Αν δεν υπήρχε η ιστορία θα συνεχίζαμε κι εμείς να πιστεύουμε ότι ο βασιλιάς είναι βασιλιάς (1 Κορ 10:11).